Την Τετάρτη 17 Μαρτίου στις 19:30 η Κιν/φική Λέσχη Σερρών
"Στιγμές Της Πόλης" παρουσιάζει στο
Σινέ - Κρόνιον μία απο τις κορυφαίες ευρωπαϊκές δημιουργίες της χρονιάς :
ΠΡΟΦΗΤΗΣUN PROPHETEτου Ζακ Οντιάρμε τους Ταχάρ Ραχίμ, Νιλς Άρεστρουπ, Άντελ Μπεντσερίφ
Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στο Φεστιβάλ Κανών 2009Καλύτερη Ταινία στο 53ο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του ΛονδίνουΥποψηφιότητα της Γαλλίας στα Όσκαρ 2010
Ο Ζακ Οντιάρ, ο κατεξοχήν εκπρόσωπος του μοντέρνου Γαλλικού νουάρ, παρουσιάζει το «Ένας Προφήτης», μία άψογα στιλιζαρισμένη, όσο και ενδοσκοπική «βουτιά» στη σκοτεινή πλευρά της σύγχρονης γαλλικής κοινωνίας, η οποία έκλεψε με χαρακτηριστική άνεση τις εντυπώσεις στο τελευταίο φεστιβάλ Κανών, αποσπώντας παράλληλα το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής. Ο Μαλίκ, ένας 19χρονος Άραβας, αμόρφωτος και ορφανός από γονείς, θα καταδικαστεί με 6ετή ποινή κάθειρξης για κάποιο έγκλημα που διέπραξε. Μέσα στη φυλακή ωστόσο, με τη βοήθεια της Κορσικής μαφίας και ενός Ιμάμη με μεγάλη επιρροή, όχι μόνο θα ανδρωθεί, αλλά και θα αναρριχηθεί στις εγκληματικές βαθμίδες, καταλήγοντας, ως ελεύθερος πολίτης πλέον, να γίνει ο απόλυτος άρχοντας του εγκλήματος στα γαλλικά προάστια, εφαρμόζοντας άριστα στην πράξη όλα όσα έμαθε στη «στενή».O Ζακ Οντιάρ, ένας σκηνοθέτης που έχει κερδίσει με το σπαθί του το δικαίωμα να θεωρείται ο «μπροστάρης» του μοντέρνου Γαλλικού νουάρ, επιστρέφει με ένα συναρπαστικό δράμα φυλακής, διαδραματιζόμενο στο μεγαλύτερο μέρος του πίσω από τα κάγκελα, με τη συμμετοχή ενός πλήθους ερασιτεχνών ηθοποιών, οι οποίοι συμβάλλουν τα μέγιστα σε επίπεδο ρεαλισμού. Και, χάρη στην αξιοσημείωτη ικανότητα του να εντοπίζει και να εμβαθύνει στις κοινωνικο-οικονομικο-πολιτικές παραμέτρους που διέπουν τη λειτουργία του γαλλικού υπόκοσμου, το «Un Prophete» αναμένεται να ικανοποιήσει εξίσου τόσο εκείνους που θα το προσεγγίσουν ως μια περίτεχνη μορφή κοινωνικού σχολίου, όσο και εκείνους που θα το επιλέξουν απλά και μόνο για την κινηματογραφική τους διασκέδαση, ως γνήσιοι fan του είδους. Ο 56χρονος δημιουργός, μέσω ενός εξαιρετικού, πολυσύνθετου σεναρίου με έντονη την παρουσία του μεταφυσικού στοιχείου, πετυχαίνει να φέρει το θεατή αντιμέτωπο με το φαινόμενο ενός νέου ανθρώπου, ο οποίος μπαίνει φυλακή «άγουρος» μικροκακοποιός και βγαίνει «φτασμένος» εγκληματίας – κάτι που στην εποχή μας αποτελεί, δυστυχώς, την σκληρή πραγματικότητα.Ζακ Οντιάρ – Σύντομο βιογραφικόΓεννημένος στο Παρίσι το 1953, ο Ζακ Οντιάρ, γιος του πολυγραφότατου σκηνοθέτη και σεναριογράφου αστυνομικών θρίλερ Μισέλ Οντιάρ, αρχικά επιθυμούσε να γίνει δάσκαλος, αλλά στην πορεία αποφάσισε να ασχοληθεί με το μοντάζ – απόφαση που τον βρήκε να δουλεύει στο πλευρό σκηνοθετών όπως ο Ρομάν Πολάνσκι. Το σχετικά σύντομο πέρασμά του από το θέατρο, όπου ασχολήθηκε κυρίως με τη διασκευή γνωστών έργων, ακολούθησε στη δεκαετία του ’80, η πλήρης ενασχόλησή του με το σενάριο, η οποία τον βοήθησε στο να αρχίσει να αποκτά ένα όνομα στο χώρο.Το 1984 παρουσίασε την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του «Κοίτα τους Άνδρες να Πέφτουν (Regarde les homes tomber)», με πρωταγωνιστές τους Ματιέ Κασοβίτς και Ζαν-Λουί Τρεντινιάν – μια καλοφτιαγμένη σπουδή χαρακτήρων «καμουφλαρισμένη» από το μανδύα του νουάρ – η οποία τιμήθηκε με Cesar καλύτερου ντεμπούτου, ενώ δύο χρόνια αργότερα ανανέωσε τη συνεργασία του με το προαναφερθέν πρωταγωνιστικό δίδυμο για τις ανάγκες του «Ένας Διακριτικός Ήρωας (Un Heros Très Discret)». Το εν λόγω φιλμ, μια - κατά κάποιο τρόπο - σάτιρα της δράσης των αντιστασιακών κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αποτελούσε κινηματογραφική μεταφορά της ομώνυμης νουβέλας του Ζαν-Φρανσουά Ντενιό και τιμήθηκε στο φεστιβάλ Κανών για το σενάριό του, ενώ η επόμενη ταινία του, «Πάνω στα Χείλη μου (Sur mes Lèvres, 2001)», με πρωταγωνιστές τους Βενσάν Κασέλ και Εμανουέλ Ντεβός, στους ρόλους ενός καιροσκόπου μικροκακοποιού και μιας γραμματέα με ικανότητα να διαβάζει τα χείλη, αποτέλεσε ουσιαστικά την πρώτη «καθαρή» συμβολή του στο είδος του νουάρ. Η μεγαλύτερη επιτυχία στην ως τώρα καριέρα του ήρθε με την 4η σκηνοθετική/σεναριακή του δουλειά, το «Ο Κτύπος που Έχασε η Καρδιά μου (De battre mon coeur s'est arrêté)» με πρωταγωνιστές τους Ρομέν Ντιρίς και Εμανουέλ Ντεβός, το οποίο εκτός του ότι του απέφερε το BAFTA Καλύτερου Ξενόγλωσσου φιλμ, τον έθεσε επικεφαλής στη λίστα των συνεχιστών του έργου σκηνοθετών όπως ο Ανρί-Ζορζ Κλουζό και ο Ζαν-Πιέρ Μελβίλ.
Μια Συζήτηση με τον ΣκηνοθέτηΤι σας έκανε να επιλέξετε το αγγελικό πρόσωπο του Ταχάρ Ραχίμ για τον ρόλο του Μάλικ;
Πάντα με γοήτευαν συγκεκριμένα πρότυπα αρένων, τα οποία δε χαρακτηρίζονταν απαραίτητα από τα επίπεδα τεστοστερόνης τους. Με περισσότερους από έναν τρόπους, μπορούσα να κάνω τον συσχετισμό ανάμεσα στον Ματιέ Κάσοβιτς, με τον οποίο έχω δουλέψει αρκετές φορές, και τον Ταχάρ Ραχίμ. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα πως ο ένας μου φέρνει στο μυαλό τον άλλο, αλλά αποτελούν και οι δύο αντρικά πρότυπα στα οποία είμαι ευαίσθητος.Ήταν επίσης ένας τρόπος για να επιτρέψετε στον θεατή να ταυτιστεί με τον ήρωα;Υπήρχε φυσικά αυτή η επιθυμία. Το βρήκα πιο συναφές από το κλασικό κλισέ σε ταινίες με φυλακή, όπου η φυλακή είναι γεμάτη σούπερ αρρενωπούς άντρες. Οι κατάδικοι στην ταινία μου δεν είναι υπερμυώδεις, δεν είναι φτιαγμένοι για το περιβάλλον αυτό αλλά, παραδόξως, αναπτύσσουν τις αρετές που θα τους επιτρέψουν να ανέρθουν και να υπερισχύσουν.Πως σου δημιουργήθηκε η επιθυμία να μετατρέψεις τον Μάλικ σε ήρωα;Εν μέρει παρακολουθώντας την εικόνα των Αράβων στον κινηματογράφο, όπου απεικονίζονται είτε ως ηλίθιοι – συνήθως ως τρομοκράτες – είτε ως απλά νατουραλιστικοί, σε ένα πλαίσιο κοινωνικού ρεαλισμού. Αυτό ήταν που με έφερε αντιμέτωπο με την επιλογή των ηθοποιών. Για το ρόλο του Μάλικ, χρειαζόμασταν κάποιον εξαιρετικά πολυμορφικό, ο οποίος θα ανταποκρινόταν τέλεια στο θέμα ταυτότητας της ταινίας. Ένας νεαρός άντρας, ο οποίος δεν έχει ιστορία, αλλά γράφει μία μπροστά στα μάτια μας. Από την αρχή γνωρίζαμε πως ο ρόλος αυτός δε θα μπορούσε να ανατεθεί σε γνωστό ηθοποιό, ακριβώς διότι πρόκειται για μια ιστορία ανέγερσης στην εξουσία, στο πεδίο ορατότητας.“Ο Προφήτης” είναι μια ηθική ταινία κατά την άποψη σας;Ναι. Αυτό που θα την έκανε ανήθικη θα ήταν το να δημιουργήσουμε έναν χαρακτήρα χωρίς συνείδηση. Ωστόσο, αντιλαμβάνεται το διαχωρισμό ανάμεσα στο καλό και το κακό, κυρίως διότι του έχουν κάνει κακό.Είχατε αντιληφθεί όταν γυρίζατε τον “Προφήτη”, πως γυρίζατε μια ταινία στενά συνδεδεμένη με τη λαοφιλή κουλτούρα;Αυτό ήθελα να κάνω. Θέλαμε να κάνουμε έναν αντι-“Σημαδεμένο”. Κατά τη γνώμη μου, οι νευρωτικοί είναι απλά κρετίνοι και δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενα ταύτισης. Η ανέγερση στην εξουσία ενός τρελού δεν με ενδιαφέρει καθόλου. Από την άλλη, μια ταινία όπως το “Μίσος” του Ματιέ Κάσοβιτς, αγγίζει κάτι στο οποίο είμαι ευαίσθητος. Δεν είναι σύμπτωση το γεγονός πως “Ο Προφήτης” μπαίνει περιστασιακά στα ίδια χωράφια. Οι δύο αυτές ταινίες στοχεύουν στο να καταγγείλουν ότι κάτι λείπει από τον κινηματογράφο.Τι περιμένετε από έναν ηθοποιό;Αυτό που ψάχνω σε έναν ηθοποιό είναι ακριβώς αυτό το οποίο δεν περιμένω. Το να είναι ικανοί να παρουσιάσουν κάτι το οποίο εγώ δεν έχω προετοιμάσει. Νομίζω πως αυτό εύχονται κι εκείνοι, πως οι μηχανισμοί που έχω σχεδιάσει θα τους πάνε σε ένα νέο μέρος.Από τις πρώτες σας ταινίες μέχρι σήμερα, δείχνετε να έχετε απελευθερωθεί από τους περιορισμούς ενός παραδοσιακού πλαισίου;Πράγματι, παλαιότερα δούλευα με έναν πιο γεωμετρικό και μηχανικό τρόπο. Σκεφτόμουν τις τεχνικές πλευρές πριν σκεφτώ την υποκριτική. Μετά το “Πάνω στα Χείλη Μου”, το αντίθετο άρχισε να συμβαίνει. Έστω κι αν το τεχνικό κομμάτι είναι σημαντικό, ο ηθοποιός έρχεται πάντα πρώτος.Θα θέλατε να γυρίζετε ταινίες συχνότερα;Ναι. Όταν όλα πάνε καλά, γυρίζω μια ταινία κάθε 3 με 4 χρόνια. Θα ήθελα να γυρίζω περισσότερες ταινίες διότι αυτό λύνει μια σειρά από προβλήματα – κυρίως τον φόβο. Νομίζω πως είμαι υπερβολικά ανήσυχος, πως μου παίρνει πάρα πολύ καιρό το γράψιμο. Χρειάστηκα 3 χρόνια για να γράψω το σενάριο αυτό – αυτός είναι πάρα πολύς καιρός.Δε θέλετε να γράφετε πλέον;Όχι, πλέον είναι ξεκάθαρο. Δεν μπορώ να το κάνω άλλο. Στο set, το σενάριο καταλήγει να είναι βαρετό για μένα, διότι έχω την εντύπωση πως το ξέρω απ’ έξω και αρχίζω να αμφισβητώ τον εαυτό μου. Θέλω να γίνονται διαφορετικά τα πράγματα. Ένα απόγευμα, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, ο βοηθός σεναριογράφου ήρθε να με δει και μου είπε: “Πρέπει να σταματήσεις να αμφισβητείς το σενάριο”, υποδηλώνοντας πως ήμουνα σε αδιέξοδο. Νομίζω πως αν δεν εμπλεκόμουν σε κάθε στάδιο του σεναρίου και αν γύριζα περισσότερες ταινίες, θα ένιωθα πολύ πιο ελεύθερος.
http://www.cineclubserron.blogspot.com/
"Στιγμές Της Πόλης" παρουσιάζει στο
Σινέ - Κρόνιον μία απο τις κορυφαίες ευρωπαϊκές δημιουργίες της χρονιάς :
ΠΡΟΦΗΤΗΣUN PROPHETEτου Ζακ Οντιάρμε τους Ταχάρ Ραχίμ, Νιλς Άρεστρουπ, Άντελ Μπεντσερίφ
Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής στο Φεστιβάλ Κανών 2009Καλύτερη Ταινία στο 53ο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ του ΛονδίνουΥποψηφιότητα της Γαλλίας στα Όσκαρ 2010
Ο Ζακ Οντιάρ, ο κατεξοχήν εκπρόσωπος του μοντέρνου Γαλλικού νουάρ, παρουσιάζει το «Ένας Προφήτης», μία άψογα στιλιζαρισμένη, όσο και ενδοσκοπική «βουτιά» στη σκοτεινή πλευρά της σύγχρονης γαλλικής κοινωνίας, η οποία έκλεψε με χαρακτηριστική άνεση τις εντυπώσεις στο τελευταίο φεστιβάλ Κανών, αποσπώντας παράλληλα το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής. Ο Μαλίκ, ένας 19χρονος Άραβας, αμόρφωτος και ορφανός από γονείς, θα καταδικαστεί με 6ετή ποινή κάθειρξης για κάποιο έγκλημα που διέπραξε. Μέσα στη φυλακή ωστόσο, με τη βοήθεια της Κορσικής μαφίας και ενός Ιμάμη με μεγάλη επιρροή, όχι μόνο θα ανδρωθεί, αλλά και θα αναρριχηθεί στις εγκληματικές βαθμίδες, καταλήγοντας, ως ελεύθερος πολίτης πλέον, να γίνει ο απόλυτος άρχοντας του εγκλήματος στα γαλλικά προάστια, εφαρμόζοντας άριστα στην πράξη όλα όσα έμαθε στη «στενή».O Ζακ Οντιάρ, ένας σκηνοθέτης που έχει κερδίσει με το σπαθί του το δικαίωμα να θεωρείται ο «μπροστάρης» του μοντέρνου Γαλλικού νουάρ, επιστρέφει με ένα συναρπαστικό δράμα φυλακής, διαδραματιζόμενο στο μεγαλύτερο μέρος του πίσω από τα κάγκελα, με τη συμμετοχή ενός πλήθους ερασιτεχνών ηθοποιών, οι οποίοι συμβάλλουν τα μέγιστα σε επίπεδο ρεαλισμού. Και, χάρη στην αξιοσημείωτη ικανότητα του να εντοπίζει και να εμβαθύνει στις κοινωνικο-οικονομικο-πολιτικές παραμέτρους που διέπουν τη λειτουργία του γαλλικού υπόκοσμου, το «Un Prophete» αναμένεται να ικανοποιήσει εξίσου τόσο εκείνους που θα το προσεγγίσουν ως μια περίτεχνη μορφή κοινωνικού σχολίου, όσο και εκείνους που θα το επιλέξουν απλά και μόνο για την κινηματογραφική τους διασκέδαση, ως γνήσιοι fan του είδους. Ο 56χρονος δημιουργός, μέσω ενός εξαιρετικού, πολυσύνθετου σεναρίου με έντονη την παρουσία του μεταφυσικού στοιχείου, πετυχαίνει να φέρει το θεατή αντιμέτωπο με το φαινόμενο ενός νέου ανθρώπου, ο οποίος μπαίνει φυλακή «άγουρος» μικροκακοποιός και βγαίνει «φτασμένος» εγκληματίας – κάτι που στην εποχή μας αποτελεί, δυστυχώς, την σκληρή πραγματικότητα.Ζακ Οντιάρ – Σύντομο βιογραφικόΓεννημένος στο Παρίσι το 1953, ο Ζακ Οντιάρ, γιος του πολυγραφότατου σκηνοθέτη και σεναριογράφου αστυνομικών θρίλερ Μισέλ Οντιάρ, αρχικά επιθυμούσε να γίνει δάσκαλος, αλλά στην πορεία αποφάσισε να ασχοληθεί με το μοντάζ – απόφαση που τον βρήκε να δουλεύει στο πλευρό σκηνοθετών όπως ο Ρομάν Πολάνσκι. Το σχετικά σύντομο πέρασμά του από το θέατρο, όπου ασχολήθηκε κυρίως με τη διασκευή γνωστών έργων, ακολούθησε στη δεκαετία του ’80, η πλήρης ενασχόλησή του με το σενάριο, η οποία τον βοήθησε στο να αρχίσει να αποκτά ένα όνομα στο χώρο.Το 1984 παρουσίασε την πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του «Κοίτα τους Άνδρες να Πέφτουν (Regarde les homes tomber)», με πρωταγωνιστές τους Ματιέ Κασοβίτς και Ζαν-Λουί Τρεντινιάν – μια καλοφτιαγμένη σπουδή χαρακτήρων «καμουφλαρισμένη» από το μανδύα του νουάρ – η οποία τιμήθηκε με Cesar καλύτερου ντεμπούτου, ενώ δύο χρόνια αργότερα ανανέωσε τη συνεργασία του με το προαναφερθέν πρωταγωνιστικό δίδυμο για τις ανάγκες του «Ένας Διακριτικός Ήρωας (Un Heros Très Discret)». Το εν λόγω φιλμ, μια - κατά κάποιο τρόπο - σάτιρα της δράσης των αντιστασιακών κατά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αποτελούσε κινηματογραφική μεταφορά της ομώνυμης νουβέλας του Ζαν-Φρανσουά Ντενιό και τιμήθηκε στο φεστιβάλ Κανών για το σενάριό του, ενώ η επόμενη ταινία του, «Πάνω στα Χείλη μου (Sur mes Lèvres, 2001)», με πρωταγωνιστές τους Βενσάν Κασέλ και Εμανουέλ Ντεβός, στους ρόλους ενός καιροσκόπου μικροκακοποιού και μιας γραμματέα με ικανότητα να διαβάζει τα χείλη, αποτέλεσε ουσιαστικά την πρώτη «καθαρή» συμβολή του στο είδος του νουάρ. Η μεγαλύτερη επιτυχία στην ως τώρα καριέρα του ήρθε με την 4η σκηνοθετική/σεναριακή του δουλειά, το «Ο Κτύπος που Έχασε η Καρδιά μου (De battre mon coeur s'est arrêté)» με πρωταγωνιστές τους Ρομέν Ντιρίς και Εμανουέλ Ντεβός, το οποίο εκτός του ότι του απέφερε το BAFTA Καλύτερου Ξενόγλωσσου φιλμ, τον έθεσε επικεφαλής στη λίστα των συνεχιστών του έργου σκηνοθετών όπως ο Ανρί-Ζορζ Κλουζό και ο Ζαν-Πιέρ Μελβίλ.
Μια Συζήτηση με τον ΣκηνοθέτηΤι σας έκανε να επιλέξετε το αγγελικό πρόσωπο του Ταχάρ Ραχίμ για τον ρόλο του Μάλικ;
Πάντα με γοήτευαν συγκεκριμένα πρότυπα αρένων, τα οποία δε χαρακτηρίζονταν απαραίτητα από τα επίπεδα τεστοστερόνης τους. Με περισσότερους από έναν τρόπους, μπορούσα να κάνω τον συσχετισμό ανάμεσα στον Ματιέ Κάσοβιτς, με τον οποίο έχω δουλέψει αρκετές φορές, και τον Ταχάρ Ραχίμ. Αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα πως ο ένας μου φέρνει στο μυαλό τον άλλο, αλλά αποτελούν και οι δύο αντρικά πρότυπα στα οποία είμαι ευαίσθητος.Ήταν επίσης ένας τρόπος για να επιτρέψετε στον θεατή να ταυτιστεί με τον ήρωα;Υπήρχε φυσικά αυτή η επιθυμία. Το βρήκα πιο συναφές από το κλασικό κλισέ σε ταινίες με φυλακή, όπου η φυλακή είναι γεμάτη σούπερ αρρενωπούς άντρες. Οι κατάδικοι στην ταινία μου δεν είναι υπερμυώδεις, δεν είναι φτιαγμένοι για το περιβάλλον αυτό αλλά, παραδόξως, αναπτύσσουν τις αρετές που θα τους επιτρέψουν να ανέρθουν και να υπερισχύσουν.Πως σου δημιουργήθηκε η επιθυμία να μετατρέψεις τον Μάλικ σε ήρωα;Εν μέρει παρακολουθώντας την εικόνα των Αράβων στον κινηματογράφο, όπου απεικονίζονται είτε ως ηλίθιοι – συνήθως ως τρομοκράτες – είτε ως απλά νατουραλιστικοί, σε ένα πλαίσιο κοινωνικού ρεαλισμού. Αυτό ήταν που με έφερε αντιμέτωπο με την επιλογή των ηθοποιών. Για το ρόλο του Μάλικ, χρειαζόμασταν κάποιον εξαιρετικά πολυμορφικό, ο οποίος θα ανταποκρινόταν τέλεια στο θέμα ταυτότητας της ταινίας. Ένας νεαρός άντρας, ο οποίος δεν έχει ιστορία, αλλά γράφει μία μπροστά στα μάτια μας. Από την αρχή γνωρίζαμε πως ο ρόλος αυτός δε θα μπορούσε να ανατεθεί σε γνωστό ηθοποιό, ακριβώς διότι πρόκειται για μια ιστορία ανέγερσης στην εξουσία, στο πεδίο ορατότητας.“Ο Προφήτης” είναι μια ηθική ταινία κατά την άποψη σας;Ναι. Αυτό που θα την έκανε ανήθικη θα ήταν το να δημιουργήσουμε έναν χαρακτήρα χωρίς συνείδηση. Ωστόσο, αντιλαμβάνεται το διαχωρισμό ανάμεσα στο καλό και το κακό, κυρίως διότι του έχουν κάνει κακό.Είχατε αντιληφθεί όταν γυρίζατε τον “Προφήτη”, πως γυρίζατε μια ταινία στενά συνδεδεμένη με τη λαοφιλή κουλτούρα;Αυτό ήθελα να κάνω. Θέλαμε να κάνουμε έναν αντι-“Σημαδεμένο”. Κατά τη γνώμη μου, οι νευρωτικοί είναι απλά κρετίνοι και δεν μπορούν να αποτελέσουν αντικείμενα ταύτισης. Η ανέγερση στην εξουσία ενός τρελού δεν με ενδιαφέρει καθόλου. Από την άλλη, μια ταινία όπως το “Μίσος” του Ματιέ Κάσοβιτς, αγγίζει κάτι στο οποίο είμαι ευαίσθητος. Δεν είναι σύμπτωση το γεγονός πως “Ο Προφήτης” μπαίνει περιστασιακά στα ίδια χωράφια. Οι δύο αυτές ταινίες στοχεύουν στο να καταγγείλουν ότι κάτι λείπει από τον κινηματογράφο.Τι περιμένετε από έναν ηθοποιό;Αυτό που ψάχνω σε έναν ηθοποιό είναι ακριβώς αυτό το οποίο δεν περιμένω. Το να είναι ικανοί να παρουσιάσουν κάτι το οποίο εγώ δεν έχω προετοιμάσει. Νομίζω πως αυτό εύχονται κι εκείνοι, πως οι μηχανισμοί που έχω σχεδιάσει θα τους πάνε σε ένα νέο μέρος.Από τις πρώτες σας ταινίες μέχρι σήμερα, δείχνετε να έχετε απελευθερωθεί από τους περιορισμούς ενός παραδοσιακού πλαισίου;Πράγματι, παλαιότερα δούλευα με έναν πιο γεωμετρικό και μηχανικό τρόπο. Σκεφτόμουν τις τεχνικές πλευρές πριν σκεφτώ την υποκριτική. Μετά το “Πάνω στα Χείλη Μου”, το αντίθετο άρχισε να συμβαίνει. Έστω κι αν το τεχνικό κομμάτι είναι σημαντικό, ο ηθοποιός έρχεται πάντα πρώτος.Θα θέλατε να γυρίζετε ταινίες συχνότερα;Ναι. Όταν όλα πάνε καλά, γυρίζω μια ταινία κάθε 3 με 4 χρόνια. Θα ήθελα να γυρίζω περισσότερες ταινίες διότι αυτό λύνει μια σειρά από προβλήματα – κυρίως τον φόβο. Νομίζω πως είμαι υπερβολικά ανήσυχος, πως μου παίρνει πάρα πολύ καιρό το γράψιμο. Χρειάστηκα 3 χρόνια για να γράψω το σενάριο αυτό – αυτός είναι πάρα πολύς καιρός.Δε θέλετε να γράφετε πλέον;Όχι, πλέον είναι ξεκάθαρο. Δεν μπορώ να το κάνω άλλο. Στο set, το σενάριο καταλήγει να είναι βαρετό για μένα, διότι έχω την εντύπωση πως το ξέρω απ’ έξω και αρχίζω να αμφισβητώ τον εαυτό μου. Θέλω να γίνονται διαφορετικά τα πράγματα. Ένα απόγευμα, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, ο βοηθός σεναριογράφου ήρθε να με δει και μου είπε: “Πρέπει να σταματήσεις να αμφισβητείς το σενάριο”, υποδηλώνοντας πως ήμουνα σε αδιέξοδο. Νομίζω πως αν δεν εμπλεκόμουν σε κάθε στάδιο του σεναρίου και αν γύριζα περισσότερες ταινίες, θα ένιωθα πολύ πιο ελεύθερος.
http://www.cineclubserron.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου